Τελευταία Νέα:

Γράφει ο Τάσος Καρατζόγλου - Μια χαμένη ευκαιρία


Μια χαμένη ευκαιρία

     Φεβρουάριος του 1922. Μικρασιατικό Μέτωπο. Ο ελληνικός στρατός μετά την ηρωική αλλά ανεπιτυχή επιχείρησή του στον Σαγγάριο, εξουθενωμένος, χείριστα εφοδιασμένος, αποσύρθηκε και οχυρώθηκε στη γραμμή Εσκί Σεχίρ-Κιουτάχεια-Αφιόν Καραχισάρ. Ένα τεράστιο μέτωπο 800 χιλιομέτρων που ήταν ανθρωπίνως αδύνατο να κρατηθεί από τον καταπονημένο ελληνικό στρατό. Οι Τούρκοι γιόρτασαν τον Σαγγάριο ως μεγάλη νίκη. Αν δεν ήταν νίκη, ήταν πάντως απαρχή αντιστροφής των πολεμικών επιχειρήσεων. Είχε αρχίσει να αποδίδει υπέρ των Τούρκων ο παράγοντας γεωγραφία, τοπογραφία, απόσταση, δυσχέρεια επιμελητείας των Ελλήνων.

    Για ένα περίπου χρόνο η γραμμή του μετώπου έμεινε αμετακίνητη. Οι Έλληνες ούτε να προελάσουν μπορούσαν ούτε να αποχωρήσουν αποφάσιζαν. Ενώ παράλληλα οι Σύμμαχοι Ιταλοί και Γάλλοι, υπηρετώντας τα δικά τους συμφέροντα, αποσύρονταν από τα νότια της Μικρασίας με οικονομικά ωφελήματα και οι Άγγλοι αναπαύονταν στο Τσανάκαλε, πολύ πίσω από τη γραμμή των επιχειρήσεων που την κρατούσαν οι Έλληνες.

    Η κυβέρνηση Γούναρη, μολονότι τής διαμηνύθηκε από τον αρχιστράτηγο Αναστάσιο Παπούλα ότι έχουμε χάσει τον πόλεμο κι ότι δεν απόμενε πια παρά πολιτική μόνο λύση της θανάσιμης εμπλοκής μας στη Μικρασία, σπαρασσόμενη από εσωτερικές αντιθέσεις, υπήρξε παντελώς ανίκανη να διαχειριστεί το μέγα αυτό θέμα και να λάβει μεγάλες αποφάσεις. Πλήρες αδιέξοδο.

    Τη στιγμή αυτή επιχειρήθηκε μια διπλωματική μεσολάβηση που, αν είχε γίνει αποδεκτή από την ελληνική κυβέρνηση, θα μπορούσε ίσως να αποτρέψει την επερχόμενη καταστροφή. Μας τη διασώζει ο ιστορικός Γιάννης Κορδάτος στο έργο του «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας» ως προσωπική μαρτυρία.

    Σύμφωνα, λοιπόν, με τον ιστορικό στις κρίσιμες μέρες που περνούσε η Ελλάδα, ήρθε από Μόσχα ένας απεσταλμένος της Τρίτης Διεθνούς και του υπουργείου Εξωτερικών και Στρατιωτικών. Είχε διαβατήριο σουηδικό. Έμεινε στο ξενοδοχείο «Ήβη» στην αρχή και ύστερα στο «Πάγγειο». Είχε κατηγορηματική εντολή να συναντήσει το γραμματέα του Σοσιαλεργατικού Κόμματος (Κομμουνιστικού) και μόνον αυτόν. Γραμματέας τότε ήταν ο ίδιος ο Γιάννης Κορδάτος.  

    Η πρώτη συνάντησή του με τον Ρώσο απεσταλμένο έγινε στους «Αέρηδες», στο τέρμα της οδού Αιόλου. Η δεύτερη στην Ακρόπολη και η Τρίτη στην Κηφησιά.

    Ο Σοβιετικός απεσταλμένος, αφού του έδειξε τα διαπιστευτήριά του, που είχαν την υπογραφή του Ζηνόβιεφ καθώς και των Τρότσκυ και Τσιτσέριν, του ανακοίνωσε τα εξής:

-Η ΕΣΣΔ είναι πρόθυμη να βοηθήσει την Ελλάδα να βγει από το αδιέξοδο της μικρασιατικής εκστρατείας. Πρώτα θα παύσει να ενισχύει υλικώς και ηθικώς τον Κεμάλ[1] και δεύτερο θα ασκήσει όλη την επιρροή της να αυτονομηθεί μια παραλιακή ζώνη της Μικρασίας, όπου κατοικούν πολλοί χριστιανοί. Για να εξασφαλιστεί η αυτονομία της περιοχής αυτής θα σταλθεί διεθνής στρατός από Ελβετούς, Σουηδούς και Νορβηγούς, από χώρες δηλαδή που δεν πήραν μέρος στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Για να υποστηρίξει την άποψη αυτή η ΕΣΣΔ ζητεί σαν αντάλλαγμα την αναγνώρισή της, έστω και de facto.

    Ας σημειωθεί πως η Αγγλία είχε αναγνωρίσει τη Σοβιετική Σοσιαλιστική Ένωση (Ρωσία) de facto και ο πρώτος διπλωματικός αντιπρόσωπος της ΕΣΣΔ Κράσσιν είχε πάει στο Λονδίνο.

    Η πρόταση αυτή κατέπληξε τον Κορδάτο και ρώτησε να μάθει από ποιες αιτίες έγινε η στροφή αυτή. Και πήρε την εξής απάντηση:

-Το κίνημα του Κεμάλ είναι απελευθερωτικό και σαν τέτοιο το υποστηρίξαμε όσο μπορούσαμε. Δεν έχουμε όμως καμιά εγγύηση αν ύστερα από την ολοκληρωτική επικράτησή του, οι παλιές αντιδραστικές δυνάμεις στην Τουρκία (μπέηδες και πασάδες) δεν πάρουν αυτοί τα ηνία της εξουσίας. Έχουμε το παράδειγμα της νεοτουρκικής επανάστασης του 1908. Αλλιώτικα ξεκίνησαν οι Νεότουρκοι και αλλιώτικα πολιτεύτηκαν. Κατάντησαν τελευταία λακέδες του γερμανικού ιμπεριαλισμού και μιλιταρισμού. Ο Κεμάλ έχει γόητρο για την ώρα, αλλά οι στρατηγοί και πολιτικοί που τον υποστηρίζουν – έξω από λίγες εξαιρέσεις – είναι αντιδραστικοί. Ήδη έχουμε όχι ενδείξεις, αλλά αποδείξεις, ότι έχουν μυστικές επαφές με τους Γάλλους κεφαλαιοκράτες και ιμπεριαλιστές και αύριο μεθαύριο, αν νικήσουν και διώξουν τους Έλληνες από τη Μικρασία και τη Θράκη, η Τουρκία με τον Κεμάλ ή χωρίς τον Κεμάλ θα προσανατολιστεί προς τη Δύση.

    Η αστική τάξη της Τουρκίας είναι αδύναμη να συνεχίσει μόνη της την αναδιοργάνωση της χώρας της. Θα κάνει μεταρρυθμίσεις, αλλά δεν θα μπορέσει να σταθεί στα πόδια της, αν δεν πάρει δάνεια από τη Γαλλία ή Αγγλία, και, όπως ξέρετε, τα δάνεια υποδουλώνουν τις χώρες που τα παίρνουν. Γι’ αυτό θέλουμε να μείνουν οι Έλληνες στη Μικρασία, όχι από κούφιο αισθηματισμό, αλλά από ρεαλιστική αντίληψη για το αύριο και το μεθαύριο. Οι μειονότητες στην Τουρκία στάθηκαν από τη μια μεριά η τροχοπέδη στον ολοκληρωτικό εξισλαμισμό της Βαλκανικής και της Ανατολής και από την άλλη έγιναν η πηγή που τροφοδότησε τα εθνικά απελευθερωτικά κινήματα των λαών της Βαλκανικής από το 1770 ως τα χτες.

    Πώς θα μπορούσε όμως να έρθει σε επαφή ο σοβιετικός απεσταλμένος με την κυβέρνηση; Αυτό ήταν το άλυτο πρόβλημα. Του δηλώθηκε πως το Σοσιαλεργατικό (Κομμουνιστικό) Κόμμα είναι μικρό και δεν παίζει ενεργητικό ρόλο στην πολιτική ζωή της χώρας. Συνεπώς, ο γραμματέας του δεν έχει το ανάλογο κύρος, για να διαπραγματευθεί μυστικά ένα τόσο λεπτό και σπουδαίο ζήτημα.

    Ο Σοβιετικός επέμενε και δέχτηκε να αρχίσει η επαφή με τον αρχηγό της ενδοπαραταξιακής αντιπολίτευσης Στράτο. Ο Στράτος δέχτηκε τον Κορδάτο πολύ καλά. Η συνάντηση έγινε στο γραφείο του στις 11 το πρωί. Με πολλές επιφυλάξεις και προεισαγωγές για το ποιος ήταν ο σκοπός της επίσκεψής του ο γραμματέας του νεαρού ΚΚΕ μπήκε στο θέμα και ο Στράτος τον άκουσε με μεγάλη προσοχή.

-Είμαι σύμφωνος, του είπε. Αυτές τις μέρες θα έχουμε κυβερνητική μεταβολή και αν πετύχει ο αρχιστράτηγος Παπούλας[2], τότε όλα θα πάνε καλά. Αν σχηματίσω κυβέρνηση, θα σας ειδοποιήσω αφού μελετήσω τους φακέλους του υπουργείου των Εξωτερικών και ιδώ ότι δεν υπάρχει ανυπέρβλητον εμπόδιον από τους Άγγλους και τους Γάλλους, θα σας ειδοποιήσω να με φέρετε εις επαφήν με τον Ρώσον απεσταλμένον. Κρίνω όμως καλόν, αν σας είναι εύκολο, να κάνετε βολιδοσκόπησιν εις τον κ. Αντώνιον Καρτάλην, τον συμπολίτην σας. Ίσως εκμαιεύσετε τας διαθέσεις της κυβερνήσεως.

    Κατά τον αποχαιρετισμό, αφού για ένα τέταρτο της ώρας έψαλλε τον αναβαλλόμενο κατά του Γούναρη, σφίγγοντας το χέρι του Κορδάτου και κοιτάζοντάς τον κατάματα πρόσθεσε:

-Έχω εμπιστοσύνη ότι τα όσα σας είπα για τον Παπούλα και το Γούναρη θα μείνουν αναμεταξύ μας. Προσέξατε όμως κατά την έξοδο, οι γουναρικοί σπιούνοι παρακολουθούν την οικίαν μου και τας κινήσεις μου. Προσοχή και στο καλό.

    Την άλλη μέρα ο Κορδάτος επισκέφτηκε τον Αντ. Καρτάλη στο ξενοδοχείο Αγγλία, όπου έμενε. Ήταν υπουργός και από τους παράγοντες μάλιστα του γουναρισμού. Όταν του έκανε νύξεις για τη μεσολάβηση της Σοβιετικής Ρωσίας (χωρίς να του πει πως ήταν εδώ απεσταλμένος των Σοβιέτ), τον έδιωξε κακήν κακώς λούζοντάς τον μ’ ένα υβρεολόγιο που δείχνει πόση μούχλα είχαν στο κεφάλι τους οι συνεργάτες του Γούναρη και σε ποια χέρια βρίσκονταν οι τύχες της χώρας μας εκείνες τις κρίσιμες στιγμές:

-Παλιόπαιδο, από πότε έγινες πολιτικός και αρχηγός, ώστε να τολμάς να συζητάς για τόσο σπουδαία ζητήματα; Άιντε να χαθείς! Αν δεν ήσουν παιδί του Κωστή (ο Κωστής ήταν ο πατέρας του Κορδάτου), που τον ξέρω πολύ καλά και έχω κοιμηθεί το 1900 στο σπίτι σας, στη Ζαγορά, θα σε παρέδιδα στο Γάσπαρη (τον διευθυντή της αστυνομίας) να σου βάλει με τον βούρδουλα μυαλό. Ακούς εκεί, να τολμάς να λες πως οι Μπολσεβίκοι, οι άθεοι, οι καταδρομείς και λυμεώνες της Μεγάλης Ρωσίας, μπορούν να μεσολαβήσουν και να μας βγάλουν από το αδιέξοδο της μικρασιατικής εκστρατείας! Αυτοί, βρε, είναι νηστικοί και πεινούν. Ήρθε η ώρα τους, σε 5-6 μήνες θα τους λιντσάρει ο ρωσικός λαός!

    Η κυβέρνηση Γούναρη πράγματι έπεσε. Ο βασιλιάς κάλεσε στα ανάκτορα τον Νικόλαο Στράτο και του ανάθεσε τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης. Ο Στράτος δέχτηκε την εντολή και στις 3 του Μάη ορκίστηκε η νέα κυβέρνηση που όμως δεν πήρε ψήφο εμπιστοσύνης και παραιτήθηκε. Μετά από παρασκηνιακές διαπραγματεύσεις σχηματίστηκε κυβέρνηση από γουναρικούς και στρατικούς με πρωθυπουργό τον Πέτρο Πρωτοπαπαδάκη.

    Ο Στράτος κράτησε τον λόγο του. Τρεις μέρες μετά ως υπουργός Εσωτερικών κάλεσε τον Κορδάτο στο σπίτι του και του είπε να ειδοποιήσει τον απεσταλμένο των Σοβιέτ να φύγει, γιατί η κυβέρνηση ήταν αποφασισμένη να εφαρμόσει ριζικές λύσεις[3].

-Η πρότασή μου, είπε στον γραμματέα του ΚΚΕ, να ζητηθεί δια καταλλήλου και εμμέσου οδού η μεσολάβησις των Σοβιέτ ήγειρεν θύελλαν διαμαρτυριών εν τω Υπουργικώ Συμβουλίω.

    Έτσι έσβησε εν τη γενέσει της μια μεσολαβητική προσπάθεια που θα μπορούσε να αποτρέψει την επελθούσα μεγαλύτερη καταστροφή του ελληνισμού στη σύγχρονη ιστορία του.

                                                                       

 

 



[1] Η επαφή ανάμεσα στο νεαρό σοβιετικό καθεστώς και την κεμαλική Τουρκία είχε αρχίσει από τον Απρίλη του 1920. Μολονότι οι κύριες επιδιώξεις τους διέφεραν – κοινωνική μεταβολή για το πρώτο, εθνική αποκατάσταση για το δεύτερο – είχαν όμως ένα κοινό σημείο: αντιμετώπιζαν τους δυτικούς ως εισβολείς αποικιοκράτες. Ήταν πρόσφατη και η ουκρανική εκστρατεία που οργανώθηκε από τους Αγγλογάλλους το 1919, για να ενισχύσουν εκεί τις αντεπαναστατικές, αντισοβιετικές δυνάμεις. Με ειδική λοιπόν συμφωνία η σοβιετική πλευρά παραχωρούσε και στρατιωτικό υλικό στον Κεμάλ. Οι επαφές συνεχίστηκαν και βελτιώθηκαν ύστερα από τη συνθήκη του Alexandropol. Στις 3/16 του Μάρτη του 1921 υπόγραψαν σύμφωνο φιλίας, που άνοιγε το δρόμο για μια πιο στενή τεχνικοοικονομική βοήθεια προς την Τουρκία του Κεμάλ. Μια τέτοια προοπτική θορύβησε τις δυνάμεις της Αντάντ, που έσπευσαν να φανούν πιο διαλλακτικές και να υιοθετήσουν πιο ευνοϊκή στάση απέναντι στην κεμαλική Τουρκία.

[2] Ο Παπούλας είχε συνεννοηθεί με ανώτερους αξιωματικούς και οργάνωνε πραξικόπημα. Ήταν συνεννοημένος με τον Στράτο και άλλους παράγοντες και έχοντας την εξουσιοδότηση του στρατού θα ζητούσε να σχηματιστεί νέα κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Στράτο και θα απαιτούσε από τους συμμάχους να δώσουν άμεση λύση του μικρασιατικού ζητήματος.

[3] Η κυβέρνηση, για να εκβιάσει τους Συμμάχους και τον Κεμάλ να δεχτούν έντιμους όρους για τη λύση του μικρασιατικού προβλήματος, μετακίνησε στρατό από τη Μικρασία στη Θράκη με σκοπό να καταλάβει την Κωνσταντινούπολη. Η παράτολμη αυτή επιχείρηση ουδέποτε πραγματοποιήθηκε, γιατί οι σύμμαχοι αντέδρασαν και η κυβέρνηση δεν είχε το σθένος να αντιπαρατεθεί στους Συμμάχους.














-------------------------
To Almopia24.gr θεωρεί δικαίωμα του κάθε αναγνώστη να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, τονίζουμε ρητά ότι αυτό δε σημαίνει ότι υιοθετούμε τις απόψεις αυτές, καθώς αυτές εκφράζουν τον εκάστοτε χρήστη, σχολιαστή ή αρθρογράφο.