Γράφει ο Τάσος Καρατζόγλου: «Κατά του Ελευθερίου Βενιζέλου…ανάθεμα έστω»
«Κατά του Ελευθερίου Βενιζέλου…ανάθεμα έστω»
Όταν το 1914 ξέσπασε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, προέκυψε ριζική διαφωνία ανάμεσα στον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο και τον βασιλιά Κωνσταντίνο.
Ο Βενιζέλος πίστευε ότι τα συμφέροντα της
Ελλάδας συνέπιπταν με αυτά της Αγγλίας, ότι στο τέλος η νίκη θα έστεφε τα όπλα
των Αγγλογάλλων κι ότι η Ελλάδα στο πλευρό των νικητών θα είχε τη μοναδική
ευκαιρία να πετύχει την εθνική της ολοκλήρωση. Γι’ αυτό ήθελε η Ελλάδα να μπει
στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ κατά των Γερμανών.
Ο Κωνσταντίνος, θαυμαστής του
στρατοκρατικού πνεύματος της Γερμανίας, τιμημένος με τη στραταρχική της ράβδο
και δέσμιος της αυταρχικής γυναίκας του Σοφίας, αδελφής του Κάιζερ, πίστευε
τυφλά στη νίκη της Γερμανίας και έκρινε συμφέρον της Ελλάδας να μείνει
ουδέτερη, μια και δεν μπορούσε να ωθήσει τη χώρα στο ίδιο στρατόπεδο με την
Τουρκία που είχε ήδη ενταχθεί στο πλευρό της Γερμανίας.
Έτσι, όταν οι Αγγλογάλλοι οργάνωσαν το 1915
την επιχείρηση της Καλλίπολης εναντίον της Τουρκίας (τότε οι Άγγλοι μας πρόσφεραν και την Κύπρο ως αντάλλαγμα, για να
επιχειρήσουμε στο πλευρό τους), ο Βενιζέλος επέμεινε να συμμετάσχουν και
ελληνικά στρατεύματα. Μπρος στην άρνηση του βασιλιά υπέβαλε την παραίτησή του.
Τις εκλογές που ακολούθησαν ο Βενιζέλος τις κερδίζει και γίνεται πάλι
πρωθυπουργός. Με αφορμή την επικείμενη επίθεση της Βουλγαρίας εναντίον της
Σερβίας, με την οποία η Ελλάδα συνδεόταν με αμυντική συμφωνία αμοιβαίας
υποστήριξης, ο πρωθυπουργός κήρυξε επιστράτευση. Ο βασιλιάς αρνήθηκε να υπογράψει
το σχετικό διάταγμα, εξαναγκάζοντας τον Βενιζέλο να παραιτηθεί για δεύτερη φορά
δηλώνοντας πως «η Ελλάς είναι πολύ μικρή
χώρα, για να διαπράξει τόσο μεγάλη ατιμία». Η Βουλή διαλύεται και ο
βασιλιάς κυβερνά δικτατορικά.
Στο μεταξύ οι Αγγλογάλλοι παραβιάζοντας την
ελληνική ουδετερότητα αποβιβάζονται στη Θεσσαλονίκη, όπου οργανώνουν πολεμικό
μέτωπο. Εδώ μεταφέρουν και 150.000 Σέρβους στρατιώτες μαζί με τον βασιλιά και
τον πρωθυπουργό τους, μετά την κατάρρευση της Σερβίας από τα χτυπήματα
Βουλγάρων και Αυστριακών. Η Θεσσαλονίκη είναι στο έλεος των Αγγλογάλλων, των
Σέρβων, της πλειοψηφίας του εβραϊκού και μουσουλμανικού πληθυσμού της και η
ελληνική κυριαρχία τίθεται εν αμφιβόλω. Οι βουλγαρικές και οι γερμανικές
δυνάμεις εισβάλλουν στο ελληνικό έδαφος και καταλαμβάνουν το οχυρό Ρούπελ,
χωρίς ο ελληνικός στρατός να προβάλει αξιόλογη αντίσταση. Οι Βούλγαροι
εισβάλλουν στην Ανατολική Μακεδονία, το Δ΄ σώμα στρατού στην Καβάλα παραδίδεται
αμαχητί στους Γερμανούς και μεταφέρεται αιχμάλωτο στο Γκαίρλιτς της Γερμανίας,
η Καβάλα παραδίδεται στους Βουλγάρους και οι Ιταλοί καταλαμβάνουν τη Β. Ήπειρο.
Μπρος στον κίνδυνο να χάσει η Ελλάδα ό,τι
κέρδισε με τους Βαλκανικούς Πολέμους εκδηλώνεται στη Θεσσαλονίκη από
βενιζελικούς αξιωματικούς το κίνημα της
Εθνικής Άμυνας (17/30 Αυγούστου 1916), που έθετε ως κύριο στόχο την έξοδο
της Ελλάδας από την ουδετερότητα και τη συμμετοχή της στον πόλεμο στο πλευρό
της Αντάντ. Ο Βενιζέλος εγκαταλείπει την Αθήνα και πηγαίνει στα Χανιά, όπου
σχηματίζει Προσωρινή Κυβέρνηση. Η
κυβέρνηση αυτή εγκαθίσταται στη Θεσσαλονίκη (26 Σεπτεμβρίου/4 Οκτωβρίου 1916).
Ο εθνικός διχασμός ήταν πια γεγονός.
Κι ενώ στο Κράτος της Θεσσαλονίκης ο
Βενιζέλος με όλη τη δύναμη του δαιμόνιου μυαλού του και με όλη την ένταση της
θέλησής του οργάνωνε με συνεργάτες του τον ναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη και τον στρατηγό Παναγιώτη Δαγκλή στρατό, για ν’ απωθήσει Βουλγάρους, Τούρκους,
Γερμανούς και να ελευθερώσει την Ανατολική Μακεδονία που ουσιαστικά είχε
παραδώσει ο Κωνσταντινισμός στους Βουλγάρους, στη βασιλική Ελλάδα επικρατούσε
πλήρης κυβερνητική αναρχία και ο ελληνικός λαός είχε εμπλακεί στη δίνη ενός
τρομερού διχασμού. Διαδηλώσεις και αντιδιαδηλώσεις συγκλόνιζαν την Αθήνα και το
αμοιβαίο μίσος έθραυε κάθε εθνικό συνεκτικό δεσμό μεταξύ των πολιτών. Ο
Βενιζέλος έγινε συνώνυμο του διαβόλου και ένα πρωτοφανές κύμα διωγμών
εξαπολύθηκε εναντίον πολιτών, που το μόνο τους έγκλημα ήταν πως ήταν
βενιζελικοί. Φανατικοί δικαστές διατύπωσαν απόφαση σύμφωνα με την οποία «ο φονεύων βενιζελικόν δεν φονεύει άνθρωπον».
Αποκορύφωμα του μίσους και του φανατισμού
εκείνων των ημερών υπήρξε το Ανάθεμα
κατά του Βενιζέλου, που οργανώθηκε από τον Πανελλήνιο Σύνδεσμο Συντεχνιών. Την
ώρα που η Ελλάδα έπρεπε να αγωνίζεται να φτάσει στον ευρωπαϊκό 20ό αιώνα, οι
Αθηναίοι είδαν να νεκρανασταίνεται ο μεσαίωνας.
Στις εφημερίδες της πρωτεύουσας
δημοσιεύτηκε προκήρυξη και καλούνταν «σύμπας
ο ελληνικός λαός όπως αναθεματίση τον τρισκατάρατον προδότην Βενιζέλον, εις το
Πεδίον του Άρεως. Όλοι ανεξαιρέτως, νέοι, γέροντες, άνδρες, γυναίκες και
παιδιά, ρίψατε ανά ένα λίθον αναθέματος κατά του μυσαρού προδότου και δολοφόνου
της Πατρίδος και του Βασιλέως μας».
Στις 3 το απομεσήμερο της 12/25 Δεκεμβρίου
του 1916, οι φανατικοί αντιβενιζελικοί συγκεντρώθηκαν στο Πεδίο του Άρεως,
κοντά στη Σχολή Ευελπίδων. Στην σκοταδιστική ιεροτελεστία χοροστάτησε ο
αξιοθρήνητος μητροπολίτης Αθηνών Θεόκλητος, περιστοιχισμένος από συνοδικούς και
από πλήθος ιερείς. Και πρώτος έριξε τον λίθο κραυγάζοντας: «Κατά
Ελευθερίου Βενιζέλου συλλαμβάνοντος αρχιερείς και επιβουλευομένου Βασιλείαν και
Πατρίδα ανάθεμα έστω!»
Η κυβέρνηση όχι μόνο δεν εμπόδισε τη
βάρβαρη εκδήλωση, αλλά έστειλε και τηλεγραφήματα στις ελληνικές πρεσβείες, για
να ενημερώσουν το ευρωπαϊκό κοινό ότι: «Πλήθη
λαού, ανερχόμενα εις δεκάδας χιλιάδων, έρριψαν λίθον αναθέματος κατά του
προδότου».
Ο σωρός από πέτρες όλων των μεγεθών και
σχημάτων, που ρίχτηκαν από άντρες, γυναίκες, παιδιά, κυρίους και κυρίες του
λεγόμενου καλού κόσμου κατά του Σατανά,
του Βελζεβούλ, του προδότη, άσπριζε όλη μέρα στα χώματα του
Πεδίου του Άρεως. Τη όμως νύχτα θλιμμένοι πατριώτες πήγαιναν κρυφά και στόλιζαν
με λουλούδια της εποχής τις άσχημες πέτρες. Το πρωί οι αρχές μάζευαν βιαστικά
τα αφιερώματα αυτά.
Από την Πηνελόπη Δέλτα μαθαίνουμε πώς είδε
το ανάθεμά του και ο ίδιος ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Σε μια από τις επισκέψεις
του στο σπίτι των Μπενάκηδων (η Πηνελόπη Δέλτα ήταν κόρη του Μπενάκη) ως
πρωθυπουργός πια της ενωμένης Ελλάδας άκουσε την κυρία Μπενάκη, που θεωρούσε
ασχημιά και ντροπή την εμπλοκή της εκκλησίας στο μεσαιωνικό αυτό αίσχος, να τον
παρακαλεί να προκαλέσει μια τελετή, όπου η εκκλησία να σηκώσει το ανάθεμα.
-Όχι, βέβαια, κυρία Μπενάκη, δε θα το κάνω
ποτέ αυτό! άναψε ο Βενιζέλος. Το
ανάθεμα θα μείνει, και κάτω από το ανάθεμα θα νικήσουμε, θα ελευθερώσουμε τη
Μακεδονία και θα τσακίσουμε τους Βουλγάρους. Όχι μόνο δε θα ζητήσω να σηκωθεί
το ανάθεμα, αλλά και θα μείνουν οι πέτρες εκεί που έπεσαν στοίβα, να ξέρει και
να θυμάται ο κοσμάκης πως είμαι αναθεματισμένος, και όμως πως η νίκη θα είναι
δική μας.
-Δε θα μείνουν πολύ οι πέτρες! Ήδη μίκρανε η
στοίβα, και κάθε νύχτα μικραίνει…είπε
κάποιος.
-Δεν εννοώ να γίνει αυτό! αναφώνησε. Δε θέλω να χαθεί η απόδειξη αυτή του
αναθέματος! Θα βάλω φύλακες! Εννοώ να μείνουν οι πέτρες όπως είναι, να τις
βλέπουν κάθε μέρα οι περαστικοί και να ξέρουν τι ανόητα, τι μάταια πράγματα που
είναι οι κατάρες της εκκλησίας!
-Είναι όμως μια ασχημιά στο Πεδίο του Άρεως,
κύριε Πρόεδρε, είπε ο Μπενάκης, που δεν ξεχνούσε ότι υπήρξε Δήμαρχος
Αθηναίων.
-Θα υποστούμε και την ασχημιά αυτή, κύριε
Μπενάκη· θα την υποστούμε για την ανατροφή του λαού, που πρέπει να μάθει την
αξία της εκκλησιαστικής κατάρας όσο και της ευλογίας της, όταν γίνεται η
εκκλησία όργανο πολιτικών παθών.
Έδωσε διαταγή ο Βενιζέλος να φρουρηθεί η
άμορφη μάζα από πέτρες. Μα με όλους τους φρουρούς, ίσως και με την καλοθελησιά
των φρουρών, η μάζα μίκρανε, φύρανε, μέχρι που έσβησε.
‘Και ξεχάστηκε το ανάθεμα και η ασχημιά του
και η προστυχιά του, και οι ίδιοι κύριοι και κυρίες, που με ενθουσιασμό
κουβάλησαν και έριξαν την πέτρα του αναθέματος, ντράπηκαν και όλοι αρνήθηκαν,
σαν γίνουνταν λόγος μπροστά τους, πως έλαβαν μέρος στο μεσαιωνικό αυτό αίσχος’
αναθυμάται η Πηνελόπη Δέλτα.
Ποιος είναι ο Τάσος Καρατζόγλου
Ο Τάσος Καρατζόγλου από τη Θηριόπετρα της Αλμωπίας είναι απόφοιτος του τμήματος Αρχαιολογίας και Τέχνης της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ. Υπηρέτησε ως καθηγητής Φιλολογίας στα Γενικά Λύκεια Εξαπλατάνου και Αριδαίας. Ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την ιστορία και τον πολιτισμό της Αλμωπίας. Βιβλία του: ‘Ο τόπος μας. Γνωριμία με τον Δήμο Εξαπλατάνου’, 2003, ‘Η Αλμωπία στο διάβα των αιώνων’, 2009, ‘Θηριόπετρα Αλμωπίας’, 2018.
-------------------------