Γράφει ο Τάσος Καρατζόγλου - Αρμόδιος και Αριστογείτων, μύθος και αλήθεια
Από το 561/560 π.Χ. κυβέρνησε την Αθήνα με σκαμπανεβάσματα στην εξουσία ο τύραννος Πεισίστρατος και η διακυβέρνησή του καταγράφεται με θετικό πρόσημο στην Ιστορία.
Διευκόλυνε τους αγρότες με καλλιεργητικά δάνεια και άλλες παροχές, έθεσε τις βάσεις για την οικονομική ανάπτυξη της Αθήνας στρέφοντας την προσοχή των συμπατριωτών του προς τη θάλασσα (πρόδρομος του Θεμιστοκλή), έδωσε εργασία στους φτωχούς με την κατασκευή μεγάλων έργων (πρόδρομος του Περικλή). Στο ενεργητικό του προσγράφεται και η καταγραφή των ομηρικών επών από την επιτροπή του Ονομάκριτου που τα έσωσε από τη νόθευση ή τη φθορά.
Ακόμη,
καθιέρωσε τη γιορτή των Μεγάλων Παναθηναίων, εισήγαγε τους μουσικούς
αγώνες και τη λατρεία του Διονύσου, από την οποία προέκυψε η γένεση της
τραγωδίας.
Οι Αθηναίοι, τιμώντας το έργο του, μετά το
θάνατό του ανέθεσαν τη διακυβέρνησή τους στα παιδιά του Ιππία, Ίππαρχο και
Θεσσαλό, που συνέχισαν την ήπια πολιτική του πατέρα τους μέχρι το 514 π.Χ.,
όταν το καθεστώς μεταστράφηκε σε αυταρχικό και καταπιεστικό υπό την επίδραση
των γεγονότων που ακολουθούν.
Το 514 π.Χ. δυο αριστοκράτες νέοι, ο
Αρμόδιος και ο Αριστογείτων, δολοφόνησαν τον αδερφό τού τυράννου Ιππία, τον
Ίππαρχο. Το καθεστώς, που είχε ακόμη λαϊκή βάση, τιμώρησε παραδειγματικά τους
δολοφόνους και τους συνεργάτες τους και κράτησε ως το 510 π.Χ., οπότε ανετράπη
από μια λακεδαιμονική στρατιά που εισέβαλε στην Αττική υπό τον βασιλιά
Κλεομένη. Δυο χρόνια μετά εγκαθιδρύθηκε η δημοκρατία.
Παρότι τα κίνητρα των δύο νέων δεν ήταν πολιτικά, η δολοφονία του Ιππάρχου μέσα στην ιστορία της Αθηναϊκής Δημοκρατίας πέρασε για μεγάλη πολιτική πράξη άξια θαυμασμού. Γι’ αυτό οι δυο δολοφόνοι τιμήθηκαν από τα χρόνια του Κλεισθένη κι ύστερα ως τυραννοκτόνοι κι ελευθερωτές των Αθηνών.
Προς τιμήν τους στήθηκαν ανδριάντες στην Ακρόπολη και η μνήμη τους
ήταν ιερή για τους δημοκρατικούς Αθηναίους. Προφανώς, για τους Αθηναίους, που
δεν ήθελαν να θυμούνται ότι η τυραννία τους ανετράπη από τους Σπαρτιάτες, ήταν
βολικός αυτός ο μύθος για το πέρασμα στη δημοκρατία. Αυτός ο μύθος έφτασε και
ως εμάς μέσα από τα σχολικά βιβλία.
Η αλήθεια είναι ότι τα κίνητρα των δυο νέων
ήταν ιδιοτελή και η πράξη τους κοινό έγκλημα που έγινε καθαρά από προσωπικούς
λόγους. Και την αλήθεια τη μαθαίνουμε πρώτα από τον Θουκυδίδη.
Γράφει, λοιπόν, ο Θουκυδίδης στις ‘Ιστορίες’ του ότι ο Αρμόδιος ήταν ένας όμορφος νέος και εραστής του μεσοαστού Αριστογείτονα. Όταν ο Πεισιστρατίδης Ίππαρχος έκανε ερωτικές προτάσεις στον όμορφο Αρμόδιο, εκείνος τις απέρριψε και ανέφερε τα σχετικά στον ερωτικό του σύντροφο Αριστογείτονα.
Εκείνος θίχτηκε ως εραστής αλλά και φοβήθηκε μήπως ο Ίππαρχος με τη δύναμη της εξουσίας του αρπάξει τον σύντροφο κι έτσι άρχισε να μηχανεύεται κάποια σχέδια για την ανατροπή της τυραννίδας. Στο μεταξύ ο Ίππαρχος έκανε κι άλλη προσπάθεια να σαγηνεύσει τον Αρμόδιο κι αυτός τον απέρριψε για δεύτερη φορά. Τότε ο Ίππαρχος θύμωσε και αποφάσισε να τον εκδικηθεί, χωρίς όμως να χρησιμοποιήσει βία.
Συγκεκριμένα, κάλεσαν την αδερφή
του Αρμόδιου να συμμετάσχει σε μια ιερή πομπή παρθένων κι όταν εκείνη
ανταποκρίθηκε, την πλησίασαν και δημόσια την έδιωξαν κακήν κακώς ισχυριζόμενοι
ότι ουδέποτε την προσκάλεσαν και φωνάζοντας ότι ήταν ανάξια για μια τέτοια
τιμή. Δεν είναι βέβαιο τι εννοούσαν, όταν την αποκάλεσαν ανάξια, αλλά κατά τους
περισσότερους ιστορικούς, επειδή στην πομπή μετείχαν μόνο παρθένες, η φράση
υποδήλωνε ότι εκείνη δεν ήταν. Άλλοι υποστηρίζουν ότι δεν μπορούσε να μετάσχει
στην πομπή ως τέκνο Γεφυραίων (Εβραίων;).
Πάντως, όποιο νόημα κι αν είχε, η προσβολή ήταν βαριά εκείνη την εποχή κι έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην οργάνωση συνωμοσίας. Το ερωτικό ζευγάρι αποφάσισε να σκοτώσει τον Ίππαρχο μια συγκεκριμένη μέρα των Μεγάλων Παναθηναίων, επειδή μόνο τότε μπορούσαν οι πολίτες να κυκλοφορούν στον δρόμο ένοπλοι, χωρίς να επισύρουν υποψίες.
Όταν όμως έβαλαν το σχέδιό τους σε εφαρμογή, είδαν έναν συνωμότη μυημένο στο σχέδιό τους να ψιθυρίζει φιλικά στο αυτί του Ιππία. Πίστεψαν ότι πρόδιδε το σχέδιό τους κι ότι, αν δεν κινούνταν αστραπιαία, θα τους συλλάμβαναν και θα τους εκτελούσαν επί τόπου.
Οπότε έκαναν
βεβιασμένες και σπασμωδικές κινήσεις· έτρεξαν προς τον ναό που ονομάζεται
Λεωκόρειον, όπου ήξεραν ότι βρισκόταν ο Ίππαρχος, και τον σκότωσαν «με οργή
μεγάλη ο μεν Αρμόδιος για την τρομερή προσβολή που του έκανε, ο δε Αριστογείτων
από ερωτική αντιζηλεία». Η σωματοφυλακή του Ιππάρχου σκότωσε επί τόπου τον
Αρμόδιο. Ο Αριστογείτων διέφυγε προσωρινά, αλλά συνελήφθη και υπέκυψε στα
βασανιστήρια ή εκτελέστηκε πολύ γρήρορα.
Αυτά γράφει ο Θουκυδίδης σε μια εποχή κατά
την οποία ο περισσότερος κόσμος πίστευε ότι η τυραννίδα των Πεισιστρατιδών
ανετράπη από τους ‘τυραννοκτόνους’ Αρμόδιο και Αριστογείτονα. Ο ίδιος διαφωνεί
απόλυτα μ’ αυτό θεωρώντας το ιστορική ανακρίβεια. Η τυραννίδα, λέει, δεν
ανατράπηκε από τον λαό ή τον Αρμόδιο και τον Αριστογείτονα αλλά από τους
Λακεδαιμόνιους και συνεχίζει αφαιρώντας την πολιτική βαρύτητα της ενέργειας και
τονίζοντας την προσωπική, αφού γράφει ότι η τολμηρή πράξη του Αρμόδιου και του
Αριστογείτονα ήταν αποτέλεσμα ερωτικού πάθους και εκδίκησης.
Με την υπόθεση αυτή ασχολήθηκε και ο Αριστοτέλης, ο οποίος αναφέρει μια ελαφρά διαφοροποιημένη εκδοχή: ο Πεισιστρατίδης που ερωτεύτηκε τον Αρμόδιο ήταν ο ετεροθαλής αδερφός του Ιππάρχου, ο Θετταλός, ο οποίος ήταν πολύ πιο μικρός στην ηλικία, θρασύς και βίαιος. Όταν ο Αρμόδιος δεν ανταποκρίθηκε, ο Θετταλός έδιωξε από τα Παναθήναια την αδερφή του αποκαλώντας την ανάξια, επειδή είχε αδερφό ‘μαλακό’ (=γυναικωτός, θηλυπρεπής, δειλός).
Οι δύο ερωμένοι αποφάσισαν να σκοτώσουν
πρώτα τον Ιππία, αλλά όταν είδαν ένα συνωμότη να του μιλά ιδιαιτέρως, φοβήθηκαν
ότι η σωματοφυλακή του τυράννου είχε ήδη ενημερωθεί και ότι δεν είχαν πια
ελπίδες να προλάβουν να τον σκοτώσουν. Από φόβο, λοιπόν, απομακρύνθηκαν
τρέχοντας και αποφάσισαν να σκοτώσουν τον Ίππαρχο, τον οποίο βρήκαν λίγο πιο
πέρα αφύλακτο. Όμως έδρασαν σπασμωδικά και μεμονωμένα, χωρίς να περιμένουν τους
συνενόχους τους, και έτσι τίναξαν στον αέρα το σχέδιό τους.
Ο Αριστοτέλης αναφέρει ότι ο Αριστογείτων βασανίστηκε τρομερά μετά τη σύλληψή του και αποκάλυψε πολλά ονόματα συνωμοτών μεταξύ των οποίων και φίλων του Ιππία. Μπορεί όσα κατέδιδε να ευσταθούσαν, αλλά ενδέχεται και να κατονόμαζε σκόπιμα αμέτοχους φίλους του Ιππία, επιδιώκοντας να εκτελεστούν και έτσι να αποδυναμωθεί και να απομονωθεί το καθεστώς.
Όταν πια δεν άντεχε άλλα
βασανιστήρια και έβλεπε την εκτέλεση ως λύτρωση, ζήτησε να δει τον Ιππία, για
να του κάνει σοβαρές αποκαλύψεις. Του είπε πως θα του έδινε κι άλλα ονόματα και
πρότεινε το χέρι του, για να σφραγίσουν με χειραψία τη συμφωνία. Αμέσως μετά
χλεύασε τον Ιππία ότι έδωσε το χέρι του στον φονιά του αδερφού του και έξαλλος
εκείνος τράβηξε το σπαθί του και τον σκότωσε.
-------------------------