Το «Ύψωμα 731» που χαμήλωσε 5 μέτρα από τους βομβαρδισμούς. Σε κανένα άλλο μέρος του κόσμου κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο δεν ερρίφθησαν τόσα πυρομαχικά
Μια από τις μεγαλύτερες μάχες του Β’ παγκοσμίου πολέμου έγινε στο «Ύψωμα 731» κοντά στην Κλεισούρα, τον Μάρτιο του 1941. Τη μάχη παρακολούθησε ο ίδιος ο Μουσολίνι από τα απέναντι βουνά, παίζοντας το τελευταίο του χαρτί απέναντι στην Ελλάδα που μέχρι εκείνη τη στιγμή κατέγραφε μόνο νίκες.
Το Ύψωμα 731, το οποίο υπερασπίστηκε το 5ο Σύνταγμα της 1ης Μεραρχίας, ήταν στρατηγικής σημασίας καθώς αποτελούσε το κλειδί για τη διάβαση προς την ενδοχώρα. Δέχθηκε, μέσα σε τρεις μέρες, 18 επιθέσεις από πυροβολικό, αεροπορία, άρματα μάχης και επίλεκτες ιταλικές μονάδες πεζικού.
Σχετικές αναφορές υποστηρίζουν ότι σε κανένα άλλο μέρος του κόσμου κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο δεν ρίφθησαν τόσα πυρομαχικά όσα στο «Ύψωμα 731» (μόνο την πρώτη μέρα της επίθεσης και για δυόμισι ώρες ρίχτηκαν περίπου 100.000 βλήματα στο μικρό ύψωμα. 11 βλήματα κάθε δευτερόλεπτο. Ασύλληπτο νούμερο!). Το «Ύψωμα 731» (ο αριθμός 731 σημαίνει το υψόμετρο), δεν είναι πια 731 μέτρα. Είναι 726! Χαμήλωσε 5 μέτρα από τους βομβαρδισμούς εκείνων των ημερών. Μέσα σε αυτό το εφιαλτικό σκηνικό, πολέμησαν άνθρωποι μέχρις εσχάτων.
«Επί των κατεχομένων θέσεων θα αμυνθώμεν μέχρις εσχάτων. Ουδείς θα κινηθεί προς τα οπίσω. Ο εχθρός θα διέλθει εκ της τοποθεσίας μας, μόνον όταν αποθάνωμεν άπαντες επί των θέσεών μας». (Διαταγή του Ταγματάρχη Δημητρίου Κασλά, διοικητή του 2ου Τάγματος του 5ου Συντάγματος, που υπερασπίστηκε το “731”).
Αφήγηση Ιταλού έφεδρου ανθυπολοχαγού που συμμετείχε στη μάχη:
«Όταν εφορμήσαμε την πρώτη φορά κατά του 731, πίστευα ότι δεν θα συναντούσαμε ούτε έναν Έλληνα ζωντανό πάνω στο ύψωμα. Τόσο σφοδροί ήταν οι βομβαρδισμοί που προηγήθηκαν.
Όμως εκείνοι ήταν εκεί και μας περίμεναν. Συνέχισα να πιστεύω το ίδιο και στις επόμενες επιθέσεις μας, που πάντα εκδηλώνονταν ύστερα από καταιγιστικά πυρά του πυροβολικού και της αεροπορίας μας. Όμως πάντα μας περίμεναν και μας απέκρουαν. Οι Έλληνες μας περίμεναν όρθιοι μπροστά στα κατεστραμμένα χαρακώματα με τις λόγχες περασμένες στα όπλα τους. Συχνά γελούσαν δυνατά και φώναζαν. Είχαν υπερβεί τον άνθρωπο. Δεν ήταν άνθρωποι πλέον το πιστεύω αυτό, ήταν θηρία».
Εκείνοι που στέκονταν τώρα γαντζωμένοι εκεί απάνω μέσα στη νύχτα, δεν έμοιαζαν με πλάσματα ανθρώπινα. Είτανε κάτι σκέλεθρα ντυμένα με κουρέλια, επίδεσμους, φαντάσματα μαυριδερά και αγριεμένα, όλο χώμα και ιδρώτα που παγώνει, μάτι γυαλιστερό από την πείνα, την αγωνία, την πάλη με το Χάρο… Είταν η έβδομη επίθεσή τους για το 731. Το ύψωμα έμπαινε πια, ζωσμένο με φλόγες στο θρύλο
Άγγελος Τερζάκης
Ο Νικηφόρος Βρεττάκος, μας άφησε μια συγκλονιστική εικόνα:
«Είναι περασμένο το μεσημέρι. Το πυροβολικό έχει αραιώσει κάπως τις βολές του, επιτέλους. Μόνο απάνω στο 731 εξακολουθεί να τσακίζει τα δέντρα. Τα πολυβόλα δίνουν και παίρνουν. Τώρα έχουμε περισσότερες ελπίδες. Κάτω στο δρόμο βλέπομε να κατεβαίνουν τα πρώτα φορεία. Τρέχομε.
Μα σε λίγο, μια φωνή γνώριμη περνάει στ’ αυτιά μας.
– Ο Λούης!…
Τρέχουμε κατά πάνω του. Έχει ρίξει ανάρριχτα τη χλαίνη του. Μ’ αγκαλιάζει, με το ένα του χέρι και με φιλάει.
– Αμήν! μου λέει. Γλιτώσαμε. Τώρα πηγαίνω στα Γιάννενα να μου κόψουν τ’ αριστερό χέρι. Κοίταξε, κρέμεται. Έχει φύγει από τον ώμο…
Κι αμέσως το δυνατό γέλιο του πλατάγισε στον αέρα σα να μην είχε συμβεί τίποτα.
– Χα! χα! χα!
Το πρόσωπό του είχε σταφιδώσει από το κρύο. Είναι γιομάτο χώματα και καπνό. Τα ρούχα του από πάνω ως κάτω είναι γεμάτα αίματα. Όπου να ’ναι θα συναντήσουνε τ’ αυτοκίνητα που θα ’ρχονται να τους πάρουν. Εμείς παρακολουθούμε το Λούη από κοντά. Η φωνή μας έχει κοπεί. Καθένας σκέφτεται πώς θα μπορούσε να τον βοηθήσει.
– Άμα θα πάτε στο 731 δε θα προφτάνετε να μετράτε σκοτωμένους.»
Οι Ιταλοί πλήρωσαν βαρύ τίμημα με 12.000 νεκρούς. Από τους ηρωικούς υποστηρικτές του υψώματος «731», 1.243 Έλληνες άφησαν τη ζωή τους εκεί και 4.000 τραυματίστηκαν.
Η ιστορία του τόπου μας, μας ανήκει. Δεν την παραδίδουμε σε φασίστες.
Τη διδάσκουμε στα παιδιά μας και στα παιδιά των παιδιών μας.
(Στη φωτογραφία, εικόνες του υψώματος μετά τη σφαγή και ο ηρωικός ταγματάρχης Δ. Κασλάς. Η πατρίδα, μετά τον πόλεμο, του ξήλωσε τα γαλόνια του Ταγματάρχη, τον υποβίβασε σε στρατιώτη και τον έστειλε εξορία. Πέθανε το 1966 παραμελημένος και πικραμένος)
Από το facebook του Δημήτρη Αλικάκου 2012
-------------------------
To Almopia24.gr θεωρεί δικαίωμα του κάθε αναγνώστη να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, τονίζουμε ρητά ότι αυτό δε σημαίνει ότι υιοθετούμε τις απόψεις αυτές, καθώς αυτές εκφράζουν τον εκάστοτε χρήστη, σχολιαστή ή αρθρογράφο.